Τρίτη 21 Δεκεμβρίου 2010

Ο ζυγός μου

Σου έχω πλέξει το στεφάνι
με τούλι πάνω στα βρεγμένα σου μαλλιά.
Το νυφικό σου νυχτικό, αλοΰφαντο και αύρα.
Μύρο αναβλύζει απο τις σφραγίδες των πελμάτων σου
πάνω στα βότσαλα καθρέφτες.
Όσο ο ήλιος αθόρυβα βουλιάζει, η θάλασσα ματώνει.
Ματώνεις τα χείλια μου καθώς τα ισόβια δέχεσαι.

                  Δέχομαι
                                                          Αυτός είναι ο ζυγός μου.

Κυριακή 5 Σεπτεμβρίου 2010

Οι κάτοικοι εντός μου



Μες την κουφάλα του μυαλού μου
αγρίμια τις φωλιές τους φτιάξαν
χόρτασαν απ’ τις λύπες μου
και στις χαρές μου αράξαν
~~~
Όταν τους λείπουν οι χαρές
μεσόκοπα αλωνίζουν
ψάχνουνε τόπο να σταθούν
και για νερό σκαλίζουν
~~~
Και σαν οι λύπες μου στερέψουν
πεινάνε και λιμάζουν
ξεσκίζουν την γαλήνη μου
κλοτσάνε κι αφηνιάζουν
~~~
Μα πάλι σαν χορτάσουνε
λαιμαργία δεν μπουχτίζουν
εμένα να σπαράξουνε ζητούν
και σαν με φαν, με γλύφουν

Παρασκευή 3 Σεπτεμβρίου 2010

Ακέφαλο

Να γέρνω το κεφάλι μου σ’ εσένα

να χύνονται οι σκέψεις μου στην αγκαλιά σου
να τις χαϊδεύεις και να τις νανουρίζεις
με πληρωμένα ψέμματα να τις κοιμίζεις.
Στο πιο ξεκούραστο σκοτάδι να με βυθίζεις
στον ύπνο του συμβιβασμού.
Και όσο θα παλεύω για την τύχη μου
θα σκοντάφτω γλυκά στις μικρές σου ατυχίες.
Και σαν η πτώση με ταράξει
ξυπνάω στο ιδρωμένο όνειρό μέσα.
Μπήγω τα δόντια μου στον κορμό της απογοήτευσης
και στάζει πείσμα.

Ονειρεύομαι...

Σ΄ονειρεύομαι.

Πέμπτη 22 Ιουλίου 2010

Μετανοώ, μα δεν μετανοιώνω.

«Γιατί απλά μπορώ» είπα, πήρα μια βαθιά ανάσα και έκατσα. Πήρα μια θέση απέναντι απο τον εαυτό μου. Δίπλα του καθόταν εκείνη. Σε άλλες δυό θέσεις κάθονταν οι περιστάσεις. «Έτοιμοι;» ρώτησε η ζωή ενώ ανακάτευε την τράπουλα. Μετά απο μια δεύτερη βαθιά ανάσα με τα μάτια ανοιχτά, κούνησα καταφατικά το κεφάλι με περισσή πίστη και τα φύλλα άρχισαν να πέφτουν μπροστά μας. Ξεκίνησα προσεκτικά. Ήθελα να πετύχω ότι καλύτερο μπορούσα. Ήθελα πολύ να κερδίσω και τον εαυτό μου. Μα πιο πολύ ήθελα να φύγω τελευταίος απο το τραπέζι. Ίσως πιο πολύ δεν ήθελα να φύγω πρώτος. Το μόνο σίγουρο είναι οτι ήθελα να παίξω. Αυτά τα παιχνίδια έχουν το περισσότερο ενδιαφέρον. Δεν παίζεις λεφτά. Δεν παίζεις για αυτά. Παίζεις ελπίδες. Παίζεις για να μάθεις. Κέρδιζα παρτίδες, χαιρόμουν. Έχανα, λυπόμουν. Μικρές νίκες, μεγάλες χαρές. Και έπαιζα. Και πόνταρα. Όσο κέρδιζα, τόσο ξεθάρρευα και τόσο περισσότερα πόνταρα. Άρχιζα να σκέφτομαι τη νίκη. Να φαντασιώνομαι εμένα να σηκώνομαι απο το τραπέζι νικητής, περιχαρής και περήφανος. Λυτρωμένος και δικαιωμένος. Όσο προχωρούσε, το παιχνίδι γινόταν και πιο απαιτητικό. Η παραίτηση δεν ήταν επιλογή. Ποτέ δεν ήταν. Όλα ή τίποτα. Το παιχνίδι σου ζητούσε να ποντάρεις απο ‘σένα. Ζητούσε εσένα. Αχόρταγο. Και εσύ μεθυσμένος απο τις πρόσκαιρες νίκες ρίχνεις στο τραπέζι. Ρίχνεις εγωισμούς, αισθήματα, χρόνο, διαθέσεις. Το ρίσκο να τα χάσεις σε εθίζει. Εθισμένος και μεθυσμένος απο τον χείμαρρο των συναισθημάτων. Στον ιδρώτα του παιχνιδιού να πνίγω εμένα. Τυφλωμένος απο το άγγιγμα της νίκης. Την αγγίζεις, σου φεύγει. Σε αγγίζει και φεύγει. Μεθοδικός, προσεκτικός και ειλικρινής πάντα. Αυτό ήταν το καλό μου φύλλο. Σε αυτό πόνταρα. Το παιχνίδι σου βγάζει τον πραγματικό σου εαυτό. Σου τον βγάζει και σου τον παίρνει. Και σε κάνει άλλο άνθρωπο τελικά. Και έτσι κέρδισα τον εαυτό μου. Τον ξεπέρασα. Τον έμαθα και τον νίκησα. Και ένιωσα πιο δυνατός. Πανίσχυρος θα έλεγα. Ικανός να κάνω τα πάντα. Και εκεί ποντάρω τα πάντα μου. Λυσσώντας για την νίκη. Να πάρω εις διπλούν ότι πόνταρα. Να δικαιωθώ. Και τις περιστάσεις μπορούσα και κέρδιζα. Αλλά το παιχνίδι με αποδυνάμωνε. Δεν το έβλεπα. Κέρδιζα, αλλά έχανα εμένα. Με έχανα εμένα στη μέθη της νίκης, στην κόψη της άμετρης αισιοδοξίας, στις κορυφές του εγωισμού και του πείσματος. Τα έπαιξα όλα για όλα. Τα φύλλα μου ο Θεός μου. Εγώ ο ίδιος ήμουν αυτά. Ποτέ δεν υπολόγισα των άλλων τα χαρτιά. Δεν σκέφτηκα οτι μοίραζε η ζωή. Τα φύλλα μου, το παιχνίδι μου. Έχτισα τον κόσμο μου πάνω σε αυτά. Με περισσή βεβαιότητα για την έκβαση του παιχνιδιού. Φορούσα το ρούχο της υπομονής. Έλεγα ήμουν έτοιμος. Ήμουν δυνατός. Αλλά δεν μοίραζα εγώ. Δεν είχα εγώ την τράπουλα. Δεν ξέρω αν ήταν σημαδεμένη. Δεν έχει σημασία. Έχασα. Μάλλον δεν έχασα, απλά δεν νίκησα. Κανείς δεν νίκησε. Μόνος έπαιζα. Η παρτίδα του μυαλού μου δεν με έβγαλε νικητή. Κέρδισα κάτι. Έμαθα να παίζω. Έμαθα τι να ποντάρω. Να φεύγω στην ώρα μου. Δεν μου αρέσει όμως. Πρόωρη ήττα. Το απεχθάνομαι. Τα τείχη του εγωισμού μου δεν με αφήνουν. Ψηλοί οι πύργοι της υπερηφάνειας. Απο κεί έπεσα. Και έλεγα: «Θα χτυπάω το κεφάλι στον τοίχο μέχρι να σπάσει ένα απο τα δύο». Τίποτα δεν έσπασε. Αλλά πονάει τόσο το κεφάλι που παρακαλώ να σπάσει. Να γίνει θρύψαλλα να χαθούν στην άμμο. Θα ξαναέπαιζα. Για την μέθη και το μάθημα. Αποχωρώ με το κεφάλι ψηλά.  Πύρρειος νίκη ίσως;

Μετανοώ μα δεν μετανοιώνω.


Σίγουρα δεν ήταν το φύλλο μου.

Κυριακή 27 Ιουνίου 2010

Ποτήρι μισοάδειο

Ποτήρι ήμουν και έπεσα
και ράγισα και έσπασα
και στάλες έτρεχαν απ τις ρωγμές

Και τα κομμάτια σκόρπισαν
χαθήκανε και χώρισαν
και γέμιζαν το πάτωμα πληγές

Και μια φτηνιάρα κόλλα
τα κομμάτια πήρε όλα
και θύμησε για λίγο τις χαρές

Ποτέ όμως δεν γέμισα
δίψα καμιά δεν έσβησα
μέσα μου αντιλαλούσανε φωνές

Μα εσύ μικρή μου μπόρα
δεν έμαθες ως τώρα
πως γεμίζω στις δικές σου τις βροχές



Τρίτη 8 Ιουνίου 2010

αδοπάνΑ

Καιρό τώρα ήθελα να γράψω κάτι απο την καθημερινότητά μου. Ένα προσωπικό χρονογράφημα ας πούμε. Στο δια ταύτα. Είναι αργά, απόγευμα και οι πρώιμες καλοκαιρινές ζέστες αποσύρονται σιγά-σιγά για σήμερα. Γυρίζω καβάλα στο δίκυκλό μου, μεσόκοπος απο διάβασμα στην βιβλιοθήκη, με το μπούχτισμα της απόστασης της επιστροφής στο πρόσωπό μου. Καθώς πιάνω την Αγίου Δημητρίου, διαπιστώνω ότι την έχουν κλείσει λόγω, μάλλον, επικείμενων επεισοδίων. Αν και υπήρχαν καναδυό μηχανάκια και αυτοκίνητα που ξετρύπωσαν απο πουθενά, αποφασίζω να την διασχίσω αντίθετα. Αν και κάθε μέρα την διασχίζω ολόκληρη για να κατέβω στο κέντρο, σήμερα συνέβη το εξής: Νόμιζα ότι  βρίσκομαι σε διαφορετικό μέρος. Μια οδός την οποία δεν πέρασα ποτέ. Ήταν όλα τόσο διαφορετικά. Ο ίδιος δρόμος, οι ίδιες οικοδομές, τα ίδια μαγαζιά, βιτρίνες, σταυροδρόμια· τίποτε δεν ήταν ίδιο. Όλα ήταν αλλιώς. Ήταν ανάποδα. Ήταν απο μία εκ διαμέτρου αντίθετη οπτική. Και ήταν τόσο όμορφα, η χαρά της ανακάλυψης. Μάλλον, η χαρά της επαν-ανακάλυψης ίσως και της αποκάλυψης. Που είναι το ίδιο και πιό εκπληκτική από την ανακάλυψη του καινούριου. Γιατί βλέπεις τα πράγματα αλλιώς, ή μάλλον βλέπεις την άλλη πλευρά των πραγμάτων. Είχα και πρόσωπο τον ήλιο. Αλλά ξέρεις τι ήταν το πιο σημαντικό απ’ όλα; Έβλεπα τα πρόσωπα των διερχομένων! Όχι τις πλάτες ως συνήθως. Όπως καταλαβαίνεις, αυτό αν και αληθινό, είναι μια παραβολή. Συνειδητοποιείς, την άλλη οπτική. Ανακαλύπτεις τον καινούριο παλιό γνώριμο κόσμο. Βλέπεις αλλιώς, βλέπεις την άλλη πλευρά. Που ίσως δεν σκέφτηκες και δεν φαντάστηκες ποτέ. Και δεν τολμούσες φυσικά να πας αντίθετα στην Αγίου Δημητρίου γιατί είσαι παράνομος, θα σε μουτζώναν και θα σε κοιτούσαν περίεργα. Και συνειδητοποίησα πόσα πράγματα χάνεις όταν πας πάντα απο μία κατεύθυνση. Μπορεί να είσαι ο δακτυλοδεικτούμενος, η μύγα μες το γάλα ή το γάλα μες τις μύγες, αλλά... Αλλά πόσο όμορφο μπορεί να είναι, αν και δύσκολο, να πηγαίνεις κόντρα στο ρεύμα τελικά;

















Τώρα μάλιστα...

Κυριακή 18 Απριλίου 2010

Περί επιθυμιών

Προσθήκες...

Χ
Να θέλεις λίγα: θα τα έχεις όλα.
Τίποτε να μη θέλεις: θα είσαι ελεύθερος...
Fernando Pessoa

Σάββατο 17 Απριλίου 2010

Αμπελοφιλοσοφίες


Περί επιθυμιών

Ι
Δεν είναι κακό να επιθυμείς,
η επιθυμία αποτελεί κίνητρο για δράση


ΙΙ
Να ξεκινάς πάντα με ταπεινότητα την πραγματοποίηση μιας επιθυμίας,
ποτέ με αλλαζονεία,
αλλά πάντα με πίστη στις δυνάμεις σου.


ΙΙΙ
Να επικεντρώνεσαι σε μία επιθυμία την φορά,
πολλές ταυτόχρονες επιθυμίες σε δυσκολεύουν να τις πραγματοποίησεις
και σε κυριεύει απογοήτευση.
IV
Δεν είναι απληστία να έχεις πολλές επιθυμίες,
αρκεί να κοπιάσεις για να τις πετύχεις.
V
Όσες περισσότερες επιθυμίες,
τόσοι περισσότεροι στόχοι στην ζωή σου,
τόσα περισσότερα κίνητρα για δράση,
περισσότερες πιθανότητες να πετύχεις και να ευτυχήσεις.
VI
Ιεράρχησε τις επιθυμίες σου,
άρχισε να λαμβάνεις ευχαρίστηση από τα πιό ευτελή πράγματα,
ώστε τα πιο “ακριβά” να σε γεμίσουν ακόμη περισσότερο.
VII
Κάνε λίστα επιθυμιών,
άρχισε να πραγματοποιείς μία μια,
όταν θα βλέπεις να εκπληρώνονται,
θα γεμίζεις αυτοπεποίθηση και ευτυχία.
VIII
Να εξαντλείς κάθε προσπάθεια για την εκπλήρωση της επιθυμίας,
μισές δουλειές δεν έχουν αποτέλεσμα.
IX
Αν αποτύχεις στην εκπλήρωση μιας επιθυμίας σου,
εφ’ όσων έχεις ακολουθήσει τα παραπάνω,
πήγαινε άκου το “Ο χαμένος τα παίρνει όλα” του Γιάννη Αγγελάκα.


... Δεν πειράζει που δε σου ’ρθε η ζαριά
τζογάρισες στο όνειρο κι είσαι έτοιμος για όλα
Το λέει κι ένα τραγούδι που μας μάθαιναν παλιά

Ο ΧΑΜΕΝΟΣ ΤΑ ΠΑΙΡΝΕΙ ΟΛΑ

Τετάρτη 14 Απριλίου 2010

Στην κηδεία του ρομάντζου

Χωρίς το παραμικρό ίχνος πρωτοτυπίας, θα πω, πως  και το ρομάντζο πέθανε παραπονεμένο και καταφρονεμένο. («Ταπεινοί και καταφρονημένοι» έλεγε ο τίτλος γνωστής δακρύβρεχτης ταινίας με τον Νίκο Ξανθόπουλο). Και όταν πονάν τα σωθηκά σου, πάντα στην λάσπη ψάχνεις λησμονιά λέει και γνωστός στίχος. Γιατί η λάσπη είναι «εύκολη». Δεν σου ζητάει αντάλλαγμα. Είναι τουλάχιστον πιο μαλακή και φιλόξενη απο το κρύο τσιμέντο της φρέσκιας μοναξιάς. Όταν χτυπάς, μετά απο λίγο νιώθεις το σημείο μουδιασμένο. Και να ακουμπήσεις την πληγή για ένα διάστημα όταν είναι φρέσκια, δεν θα νιώσεις και πολλά. Τοπική αναισθησία. Όταν η πληγή είναι μεγαλύτερη, όταν πληγώνεσαι ολόκληρος, η αναισθησία είναι ολική. Ό λες σου οι πράξεις, έχουν πυροσβεστική δράση. Με αμυδρή συναίσθηση των γενομένων. Και καθ’ ότι αναίσθητος, αν και πληγιασμένος, σηκώνεσαι αμέσως να αποδείξεις ότι είσαι ζωντανός από τα συντρήμμια πολύνεκρου τροχαίου. Με περισσή απάθεια και τον ρομαντισμό κάτω απο την σόλα του παπουτσιού σου σαν στιμμένο πικρό τσιγάρο. Έτσι, για σπάσιμο! Ποιανού σπάσιμο;
-Γειά σου! Με λένε Πληγωμένο λιοντάρι, το όνομά σου;
-Εμένα με λένε Θύμα! Χάρηκα!
Και ακολουθεί ψυχρή-κάφρικη-μπίχτικη κουβέντα με το ένα το φρύδι σηκωμένο του στυλ «μαμώ και δέρνω και μετά μην είδατε τον Παναή», που μετά τις τρείς πρώτες τυπικές ερωτήσεις περί καταγωγής και σπουδών, αρχίζει και σε απασχολεί τι καιρό κάνει –ή θα κάνει- λες και έχεις να απλώσεις τραχανά ή να σπείρεις. Και καταλήγεις με ένα φτηνό τσιρότο στην πληγή που την άλλη μέρα ξεκολλάει. Και όταν αρχίσει και κλείνει η πληγή και καταλαβαίνεις ότι έχεις χτυπήσει; Και λείπει σάρκα από την σάρκα σου; Προφανώς και δεν σε νοιάζει. Αντιθέτως, ήταν μια τονωτική ένεση. Σώζεις λίγο εγωισμό, κερδίζεις λίγο χρόνο, αποσπάς την προσοχή σου από πράγματα που σε χαλάνε. Αλλά έτσι γεμίσαμε κάφρους. Και γυρίζει και λέει ο άλλος: «Ο Τάδε; Μπράβο! Και δεν του φαινόταν» Ε, πού να του φανεί; (όχι του λολοστεφανή) Όταν όμως βγαίνεις ολίγον τι μαλ...αγάνας και γυρίζεις και λες, «φτάνει!» αρκετά έκανα, ματαιότης ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότης. Ας κοιτάξω και λίγο την πάρτη μου. Καλό το κάψιμο, αλλά μια φορά. Για την εμπειρία. Έχει πολλά βάζα μέλι που πρέπει να βάλω το δάχτυλο. Άντε και καλή τύχη μάγκες! 


http://www.libertyu.com/media/9930/hitch.jpg

-Τα σέβη μου

Δευτέρα 29 Μαρτίου 2010

Ακροβασίες


Στην κόψη του ξυραφιού ακροβατούν πολλές σχέσεις. Αιχμηρά τα ξυράφια των σχέσεων.
-Τι μου είσαι;
-Τι σου είμαι;
-Δεν μας λές και φίλους
-Μπαα...γνωριζόμαστε πολύ λίγο
-Σε σχέση;
-Έτσι είναι οι σχέσεις; Ελάχιστα γνωριζόμαστε.
-«Τα έχουμε»;
(Τραγική, αν μη τι άλλο, ατάκα)
-Υποτείθεται...
Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα. Μπρος ο γκρεμός μιας σχέσης και πίσω το ρέμα μιας φιλίας που δεν γυρίζει πίσω... Ή μήπως όχι;
Εγώ σε σπρώχνω στον γκρεμό και συ με τραβάς στο ρέμα. Δεν ξέρω κολύμπι! Προτιμώ ελεύθερη πτώση και να σκάσει το κεφάλι μου σαν καρπούζι. Είναι τουλάχιστον πιο συναρπαστικό. Πέφτουμε και αν μας σώσει το αλεξίπτωτο μιας σχέσης καλώς. Αλλιώς... Είναι κάποιες σχέσεις που δεν έχουν όνομα. Δεν έχει εφευρεθεί ο όρος να τις περγράψει. Δήθεν φίλοι, αλλά κανείς δεν περνάει το περίφημο “
friend zone”. Friend zone και μόρια μπλέ. Γυναικεία εφεύρεση για να μην κακοκαρδίσεις ένα καλό παιδί που απέτυχε να γίνει δεσμός σου. Πλανάσαι πλάνην οικτρά. «Ο φίλος είναι πάντα φίλος». (Και πέφτει ήχος λάθος απάντησης απο τηλεπαιχνίδι γνώσεων). Ρε, είναι μη του βαρέσει του ενός και σκάσει το καρπούζι. Και νομίζεις εσύ, οτι έκανες τον άλλο φίλο και σώθηκες. (Ξανά ο ήχος του λάθους) Πόσο ανόητος μπορεί να έισαι; Και το πιστεύεις από πάνω. Τρέφε αυταπάτες. Συγγνώμη, αλλά φίλους είχαμε, δεν θέλαμε άλλους.
-Άλλος κανείς για φίλος;;;
-Δώσαμε, δώσαμε!

















-Ναι καλά... Με υπόγεια διάβαση συνδέονται τα χωριά.

Πέμπτη 25 Μαρτίου 2010

Βάρα το κεφάλι σου στο στίχο #4

Το κεφάλι μου θα σπάσω πάνω σ’αυτό το στίχο
ν’ ακούσεις χίλια σ’αγαπώ και της σιωπής τον ήχο...

(Το άνωθι ήταν το ορεκτικό και το κυρίως το κάτωθι)

Σε βάζω να σταθείς στο ίδιο το σημείο
κι ένα φιλί σου κλέβω για να βρώ λίγη απ’ την χαμένη μου ψυχή.
Πάνω στις στάχτες της οποίας χορεύουμε και οι δυό μας.
Εγώ νεκρός και ‘συ τρελή.
Εγώ τρελός και ‘συ σιωπή.
Δαγκώνεις τα χειλάκια σου,
που στάζουνε ντροπή πάνω στα
κόκκινα παπούτσια σου
ενώ γεμάτη τρόμο τα κοιτάς.
Ένα βήμα πίσω κάνω και κοιτώ απο ψηλά το σκηνικό του φόνου
που διακόπτουμε της στάχτης τον ξέφρενο χορό.
Στα ψεύτικα να κλαίμε μια πεθαμένη ανάσταση,
που εγώ περίμενα καιρό
και ‘σύ φοβόσουν πάντα.




Παρασκευή 19 Μαρτίου 2010

Το αλτέρνατιβ πέθανε παραπονεμένο. Σκέψεις περί στερεοτύπων

Προσοχή, ακολουθούν φαρμακοστάλακτα λόγια απο αυτόν που εξοφθάλμισε τον μονόφθαλμο Πολύφημο.

Παρασκηνιακές σκέψεις...

Άλλα είχα στον νού μου να πώ, αλλά άλλα (μου αρέσει το μπέρδεμα με το αλλά και το άλλα)
κατέβηκαν στα δάχτυλά μου να πλητρολογήσω. Το λοιπόν. Καιρό τώρα βασανίζομαι με κάτι ψιλοκοινωνικά-κοινωνιολογικά και πολιτιστικά μικροπράγματα μείζονος σημασίας. Καθ’ ότι πανεπιστήμονας, στον χώρο τον οποίο τρώω αρκετές ώρες τηνημέρα, συναναστρέφεσαι, θες-δεν θες με διάφορους ανθρώπους και ακόμα περισσότερους βλέπεις. Αναγκάζεσαι λίγο πολύ να γίνεις πιο πολυπολιτισμικός και κοσμοπολίτης ας πούμε. Βλέπεις ρεύματα και τάσεις (ηλεκτρολογικοί όροι και οι δύο που ουδεμία σχέση με ηλεκτρισμό έχουν) ποικίλλων επιρροών. Ώπα... είπα ρεύματα! Κάτσε κάτσε... Γιατί “ρεύματα”; Τι κάνει το ρεύμα; Σε παρασύρει και έχει μια συγκεκριμένη ροή. Χμμ... Δηλαδή βλέπεις ανθρώπους που ακολουθούν μια συγκεκριμένη τάση. Δεν είναι όλοι ευδιάκριτοι, αλλά υπάρχουν αυτοί που κατηγοριοποιούνται έυκολα με διάφορα ταμπελάκια. Λες: “ο ΔΑΠίτης”, “ο ΚΝίτης” (κατηγοριοποίηση ανάλογα με την πολιτική τάση // ο ΠΑΣΠίτης γιατί δεν ξεχωρίζει;) Λες: “ο αλτέρνατιβ”, “το φυτό”, “o ρέμπελος”, “ο διανοούμενος” “ο μαλλιάς/ροκάς” “o σκειτάς/urban style” κλπ (κατηγοριοποίηση ανάλογα με τις γενικότερες αντηλήψεις) Αλλά όλους, τους κρίνεις “επί τη εμφανίσει” (όπως αναγράφοταν και στις δραχμές “πληρωτέαι επί τη εμφανίσει”) Δηλαδή, κάνουν τα ράσα τον παπά; Στην πλειονότητα των περιπτώσεων ναι. Και γιατί για να είσαι παπάς πρέπει ντέ και καλά να φοράς ράσο; (Μεταφορική ερώτηση βεβαίως βεβαίως). Για να το κάνω πιο λιανά, πρέπει να έχω την συγκεκριμένη εμφάνιση για να αντιπροσωπεύω ένα συγκεκριμένο ρεύμα; Και γιατί πρέπει να έχω τις ίδιες συνήθειες και συμπεριφορές; Γιατί να υπάρχει μια ομοιομορφία στο συγκεκριμένο ρεύμα; Δηλώνω ρητά οτι είμαι κατά της ομοιομορφίας. Και εδώ έρχομαι και επαναθέτω το ερώτημα. Πόσο αλτέρνατιβ είσαι, όταν υπάρχουν και άλλοι 1000 που δηλώνουν αλτέρνατιβ και σου μοιάζουν τρομαχτικά; Γιατί για να είμαι ΔΑΠίτης πρέπει να φοράω πόλο μπλουζάκι με σηκωμένο γιακά αλα κόμης δράκουλας και να φοράω Ray Ban Aviator (κάνω και διαφήμιση μιας και το blog πολυδιαβάζεται/ντεμέκ αστείο ήταν αυτό) ή τα άλλα τα Carrera και δεν ξέρω ‘γω τι άλλο. Ή, γιατί για να είμαι ΚΝίτης πρέπει να φοράω παλιόφορεμένο, μαύρο “σταράκι”, (άσε τα σταράκια έχουν γίνει της μοδός και τα φοράνε απαξάπαντες) μαλλιάς, μουσάτος, (βγαίνει σε διάφορους συνδυασμούς όπως: μαλλί ράστα, γενικότερες στυλιστκές πατέντες στο μαλλί, σκουλαρίκάκι ενίοτε, και γενικώς μια επιμελώς ατιμέλητη εμφάνιση); ***Διευκρίνηση: δεν αποτελεί προσωπική επίθεση, (άσε γράφει μουσάτος και έως πρότεινος μαλλιάς με σταράκια στην παπουτσοθήκη του) αλλά επίθεση στην ομοιομορφία*** Επίσης, είσαι ΔΑΠίτης; Ακούς όλα τα εμπορικά και της μοδός και ότι παίζει στα clubίδια. Δεν παίζει να ακούς έντεχνο, αλτέρνατιβ ροκ, reggae, ρεμπέτικο. Αυτά τα έχουν καταλάβει άλλα ρεύματα. Το άλλο που θέλω να παρατηρήσω: Τι είναι αυτό το νέο τρεντ μεταξύ των “ανεξάρτητων αριστεριζόντων” να ακούν ρεμπέτικα; Που οδεύεις μικρή γαλή; (Κοινώς, που πάς ρε γατάκι;) Όταν εγώ άκουγα ρεμπέτικα στο γυμνάσιο, με κορόιδευες και μου δημιούργησες κόμπλεξ που δεν άκουγα Βανδή και Βίσση και τώρα έγινες ανήψι του Βαμβακάρη και της Ρόζας Εσκενάζι. Κλείνει η παρένθεση περι μουσικής. Και είναι ειρωνικό λοιπόν και συνάμα αντιφατικό και οξύμωρο να λες είμαι αλτέρνατιβ και αντικομφορμιστής και να “συμμορφώνεσαι” σύμφωνα με κάποια τάση χωρίς να διαφοροποιείσαι καθόλου απο αυτή. Είσαι στερεοτυπικός! Γκέγκε; Αφού ξέρω, στο γυμνάσιο έβλεπες μαλλιάδες και σταυροκοπιόσουν και τώρα μου έγινες ρέμπελος και επαναστάτης και μπερδεύεις το σαπούνι με το τυρί, απο τότε που έχεις να πιάσεις σαπούνι. Μου γυρίζεις με πενταροδεκάρες στην τσέπη και νομίζεις είσαι ανεξάρτητος και κάνεις την επανάσταση που θα τα φέρει όλα τούμπα. “Viva la revolución” Σιγά ρε Ché Commandante! Με τα λεφτά του μπαμπά ζεις ακόμα. Γι αυτό σε παίρνει να κάνεις το κομμάτι σου. Για κάνε δικιά σου οικογένεια και θα σε πώ εγώ... Και γιατί στάζω φαρμάκι; Γιατί ξέρω, οτι όταν θα πάρεις το πτυχίο σου και ασκήσεις το επάγγελμά σου, θα γίνεις παλιογιάπης με την κουστουμιά και δεν θα ξέρεις ποιό απο τα πέντε κινητά χτυπάει. (Δόξα και τιμή στους πραγματικούς ιδεαλιστές!) Πάνε μια βόλτα στο πολυτεχνείο. Πλειονότητα: Αριστερίζοντες ανεξάρτητοι. Τα κόκκινα ghetto. Πόσους μηχανικούς ξέρεις που αποφοίτησαν και παρέμειναν αριστεροί και μη καπιταλιστές; Δείξε μου έναν να του κάνω αδριάντα και προτομή. Άσε για αυτούς που δεν απαρνούνται τον καπιταλισμό και τα δεξιά ιδεώδη. Αυτοί έτσι γεννήθηκαν και έτσι θα πεθάνουν δυστυχώς. Και άμα γίνεις ΔΑΠιτάκι, δεν έχει πισογύρισμα. Εκεί είναι cosa nostra. Ο νόμος της omerta ισχύει. Οι αντιφρονούντες και οι παρεκκλίνοντες θα εκτελούνται επιτόπου με ξήλωμα του κροκόδειλου απο το Lacoste και κατέβασμα του γιακά. Ναι! Πλήρης εξευτελισμός σε λέω! Αυτό που λέω τόση ώρα είναι, οτί όλοι πάνε και ακολουθούν τα στερεότυπα. Λίγοι διαμορφώνουν μωσαική προσωπικότητα και εκφράζονται χωρίς φόβο και πάθος και ας μην ανήκουν πουθενά. Πρέπει να ανήκω; Δέν είμαι το άσπρο πρόβατο. Ούτε το μαύρο. Γιατί και όλα τα μαύρα μαζέυτικαν και κάνανε δικο τους κοπάδι. Είμαι το ασπρόμαυρο πρόβατο! Και ξέρεις που έγγυται η μαγκιά της υπόθεσης; Άμα είσαι ασπρόμαυρος, εκ φύσεως, δεν θα βρείς κάποιον να σου μοιάζει απόλυτα. Όλοι έχουν διαφορετικές τις βούλες. Ενώ άμα είσαι άσπρος, ή μαύρος είσαι μονόχρωμος και μοιάζεις με τους ομοίους σου. Και όπως λέει ο θυμόσοφος λαός μας: “Όμοιος, ομοίω αεί πελάζει” (Όμοιος στον όμοιο και η κοπριά στα λάχανα• στην νεοελληνική). Το αλτέρνατιβ πέθανε γιατί το σκότωσες εσύ. Πάρ το χαμπάρι κουμπάρε!



http://www.cackaloo.com/wp-content/uploads/2009/07/black-sheep.jpg

Μπααα...δεν μου πάνε τα μονόχρωμα.

Δευτέρα 15 Μαρτίου 2010

Βάρα το κεφάλι σου στο στίχο #3

(Ορφανό απο τίτλο)

Απόψε θα γδυθώ τον εγωισμό μου
και σαν το πιο ακριβό κουρέλι θα τον πετάξω μπροστά σου
να βαδίσεις αρχόντισσα επάνω του.
Και 'γω σκυφτός θα φαίνομαι πολύ μικρός από το ύψος των ματιών σου.
Μα η φωνή θα βγει τόσο μεγάλη
που οι λέξεις κρύσταλλα θα σπάσουν την καρδιά σου.
Και αυτά πέφτουνε βροχή αστέρια που εγώ τα κάνω ευχές.
Πατάς επάνω μου και ανεβαίνεις δυο κόσμους πιο ψηλά
εκεί όπου λάμπουμε γυμνοί και οι ψίθυροί μας κύματα στην άμμο.

Κοιτώ τα μάτια σου και βλέπω την ψυχή σου,

ακούς τον ήχο μου και αφουγκράζεσαι τους χτύπους μου.

Γυμνοί και διάφανοι...