Τετάρτη 15 Φεβρουαρίου 2012

Τρίτη


Στον απόηχο του βόμβου των ανθρώπων της άχαρης Δευτέρας
και ανάμεσα στην Τετάρτη που έδειχνε την έξοδο,
ξεγλιστρούσες αδιάφορη.
Διάφανο το Ταυ σου στα ημερολόγια,
ενώ τα μάτια προέτρεχαν στο Πι, το Σίγμα, το Κάππα.
Πάντα φτωχή, κερνούσες λιγότερο άγχος από το χθες σου,
πάσχοντας συγκινήσεων.
Ήρθε όμως μια φορά που κάποιο χέρι σε πότισε.
Και βλάστησες. Και άνθισες.
Γύρισα σε κοίταξα. Σε χάρηκα.
Και έπειτα έμεινα να καρτερώ την ώρα σου να έρθει,
να δρέψω τους καρπούς σου.
Που τους έβλεπα να παίρνουν χρώμα και να στάζουνε χυμούς.
Έναν έναν τους έκοβα με ευλάβεια με φόβο μην τελειώσουν.
Μα έρχονταν φορές που επέφταν μπροστά στα πόδια μου,
σαν διάσημοι αυτόχειρες,
μάρτυρας στο τραγικό τους τέλος.
Και να που τώρα σε ψαχουλεύω να βρω όσους μείναν.
Και τους μετράω.
Ένας...
Δύο...





Πέμπτη 9 Φεβρουαρίου 2012

Μεταξύ Σφύρας και Άκμωνος


Γράφτηκε πως:

Σε μερικούς ανθρώπους έρχεται μια μέρα που πρέπει το μεγάλο Ναι ή το μεγάλο Όχι να πούνε.


Εγώ δεν ξέρω τι είναι πιο δύσκολο. Το Ναι ή το Όχι;

Κυριακή 22 Ιανουαρίου 2012

Ελπίδων δήμιος



Θέλω πολύ να πατήσω όλες εκείνες τις γόπες των τσιγάρων που καίνε ακόμα.
Να πάψουν να ελπίζουν πως κάποιος θα τις καπνίσει.



Πέμπτη 12 Ιανουαρίου 2012

Ο μοναχός και ο βράχος

Στην πιο ξερή και αφιλόξενη έρημο ζούσε ένας μοναχός μαζί με ένα βράχο.
Ο μοναχός παρακαλούσε το Θεό για λίγο νερό.
Μέσα στην παραζάλη του παρακαλούσε ακόμα και το βράχο.
Μα ο βράχος στεκόταν πάντα το ίδιο αδιάφορος.
Ωσπου μια μέρα, μέσα στην αγανάκτησή του,
ο μοναχός φώναξε τον βράχο "άκαρδο" 
και του έδωσε μια δυνατή κλωτσιά.
Τόσο δυνατή που ο βράχος έσκισε στα δύο
 και από την καρδιά του άρχισε να τρέχει νερό.
Από τότε ο μοναχός αγάπησε το βράχο.